Το ενδιαφέρον για τη βιταμίνη D αναθερμάνθηκε πρόσφατα με τα ευρήματα για τη θετική του επίδραση έναντι στον κορονοϊό, ωστόσο εδώ και πολλά χρόνια η συγκεκριμένη βιταμίνη έχει συνδεθεί θετικά με την προστασία από πολλά προβλήματα υγείας- από τον καρκίνο έως τον διαβήτη.
Η έλλειψη της συγκεκριμένης βιταμίνης συνδέεται με μειωμένη έκκριση ινσουλίνης, με αντίσταση στην ινσουλίνη και με την εμφάνιση διαβήτη τύπου 2.
Η αιτιώδης σχέση μεταξύ της έλλειψης της Βιταμίνης D και της εμφάνισης διαβήτη ίσως να συνδέεται και με τη φλεγμονή, η οποία αυξάνεται με την έλλειψη της D.
Επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει σχέση μεταξύ της χαμηλής συγκέντρωσης της βιταμίνης D και της εμφάνισης διαβήτη τύπου 2, διαβήτη τύπου 1 και μεταβολικού συνδρόμου.
Πρώτα από όλα, μελέτες σε ζωικά μοντέλα έχουν δείξει ότι η βιταμίνη D3 διεγείρει τα β- κύτταρα του παγκρέατος να εκκρίνουν ινσουλίνη.
Άλλοι μηχανισμοί
Άλλοι πιθανοί μηχανισμοί που σχετίζονται με τη βιταμίνη D και τον διαβήτη αναφέρονται στον ρόλο της βιταμίνης D στη βελτίωση της δράσης της ινσουλίνης μέσω της διέγερσης της έκφρασης του υποδοχέα της ινσουλίνης. Καθώς και την ενίσχυση της απόκρισης της ινσουλίνης για τη μεταφορά της γλυκόζης.
Επίσης, στην έμμεση επίδραση στη δράση της ινσουλίνης, μέσω της βελτίωσης της συστηματικής φλεγμονή.
Μελέτη παρατήρησης που παρακολούθησε 83.779 γυναίκες βρήκε αυξημένο κίνδυνο διαβήτη τύπου 2 στις γυναίκες που είχαν χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D στο αίμα. Ενώ μια συνδυαστική πρόσληψη >800 IU βιταμίνης D και 1,000 mg ασβεστίου μείωσε τον κίνδυνο διαβήτη τύπου 2 κατά 33%.
Άλλη μελέτη έδειξε ότι η αύξηση των επιπέδων της βιταμίνης D στον ορό οδήγησε σε μείωση κατά 55% τον κίνδυνο ανάπτυξης διαβήτη τύπου 2.
Μελέτες παρατήρησης υποστηρίζουν επίσης ότι τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D στο αίμα συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 1.
Παρόλο που ο ρόλος βιταμίνης D στη ρύθμιση της γλυκόζης του αίματος δεν είναι ακόμη απολύτως κατανοητός, τα επίπεδα της βιταμίνης D στο αίμα φαίνεται ότι παίζουν ρόλο στην ανάπτυξη και στη θεραπεία του διαβήτη.
Δεδομένα από μελέτες σε ζώα και σε ανθρώπους έχουν δείξει ότι η συμπληρωματική χορήγηση βιταμίνης D θα μπορούσε να μειώσει την πιθανότητα εμφάνισης διαβήτη τύπου 1 και ίσως και διαβήτη τύπου 2.
Οι ακριβείς μηχανισμοί ωστόσο με τους οποίους συμβαίνει αυτό δεν έχουν διευκρινιστεί και απαιτούν περισσότερη έρευνα.
Μέχρι να έχουμε απτά αποτελέσματα δεν μπορούμε να συστήσουμε τη συμπληρωματική λήψη της βιταμίνης για τη διόρθωση του διαβήτη τύπου 2.
Πόση βιταμίνη D χρειαζόμαστε;
Η έλλειψη βιταμίνης D, συνιστά από μόνη της μια σημαντική πρόκληση.
Η βιταμίνη D συντίθεται στο δέρμα μετά την έκθεση στον ήλιο. Ανευρίσκεται επίσης σε ελάχιστες τροφές, όπως τα λιπαρά ψάρια.
Παγκοσμίως σήμερα παρατηρείται έλλειψη της βιταμίνης D. Κυρίως λόγω της ανεπαρκούς έκθεσης στον ήλιο. Μια άλλη πιθανή αιτία είναι είναι η έλλειψη διαιτητικών πηγών της βιταμίνης.
Ο πιο ακριβής τρόπος για να προσδιορίσει κάνεις τα επίπεδα της βιταμίνης D είναι η μέτρηση των επιπέδων της 25-υδροξυ βιταμίνης D [(25(OH)D)]. Τα επίπεδα της βιταμίνης στο αίμα θα πρέπει να είναι μεταξύ 25 και 80 ng/ml.
Η έλλειψη βιταμίνης D και ο διαβήτης έχουν κάτι κοινό: και τα δύο έχουν λάβει πανδημικές διαστάσεις.
Η Διεθνής Ομοσπονδία Διαβήτη (IDF) εκτιμά ότι ο αριθμός των ατόμων με διαβήτη ανέρχεται σε 285.000.000. Ενώ αναμένεται να ξεπεράσει τα 435.000.000 έως το 2030.